Δανάης 1 & Περικλέους, Τ.Κ. 15344 Γέρακας Αττικής 2107777268

Παθήσεις

Υποτροπιάζουσα Επαναλοίμωξη

Υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις θεωρούνται αυτές οι οποίες χαρακτηρίζονται από επανεμφάνιση συμπτωματικής ουρολοίμωξης μετά την πλήρη κλινική αποδρομή ενός προηγούμενου επεισοδίου και παρά την κατάλληλη θεραπεία. Συνήθως είναι απλές κυστίτιδες και για να χαρακτηριστούν ως υποτροπιάζουσες θα πρέπει να έχουμε περισσότερα από 3 επεισόδια στους προηγούμενους 12 μήνες ή περισσότερα από 2 επεισόδια στο τελευταίο 6μηνο. Υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις χωρίς επιπλοκές παρουσιάζονται συνήθως σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας με φυσιολογικό ουροποιητικό σύστημα και χωρίς υποκείμενα προβλήματα υγείας. Ενώ επιλεγμένες υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις παρουσιάζονται σε ασθενείς με υποκείμενες ανατομικές ή λειτουργικές διαταραχές του ουροποιητικού.

Θα πρέπει πάντα να γίνεται διάκριση υποτροπής και επαναλοίμωξης.

Υποτροπή ορίζεται η επανεμφάνιση των συμπτωμάτων με ταυτόχρονη απομόνωση του ίδιου μικροοργανισμού σε καλλιέργεια, συνήθως εντός 2 εβδομάδων μετά τη θεραπεία, ενώ επαναλοίμωξη θεωρείται η επανεμφάνιση συμπτωμάτων με καλλιέργεια άλλου μικροοργανισμού ή και του ίδιου μετά τη μεσολάβηση αρνητικής καλλιέργειας ούρων.

Παράγοντες κινδύνου: Οι συχνότεροι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση υποτροπών σχετίζονται με:

  • Τη συμπεριφορά και τις συνήθειες του ασθενούς (σεξουαλική συμπεριφορά, χρήση κολπικών διαφραγμάτων, σπερματοκτόνων παραγόντων κ.ά.)
  • Τη γενετική προδιάθεση ( έχει παρατηρηθεί ότι υπάρχει αυξημένη συχνότητα ουρολοιμώξεων εάν στο άμεσο περιβάλλον υπήρχε ένα μέλος που έπασχε από υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις)
  • Την ατροφία κολπικού επιθηλίου λόγω ανεπάρκειας οιστρογόνων σε μετaμμηνοπαυσιακές γυναίκες
  • Μηχανικούς και λειτουργικούς παράγοντες που σχετίζονται με την κένωση της ουροδόχου κύστεως ( ακράτεια ούρων, παρουσία κυστεοκήλης , υπόλειμμα ούρων μετά την ούρηση κ.ά.)

Τη συχνή χρήση αντιβιοτικών. Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει συνήθως δυουρικά ενοχλήματα ( τσούξιμο, καύσος ή άλγος κατά την ούρηση), συχνουρία, επιτακτική ούρηση, αιματουρία, χωρίς πυρετό ή πόνο στη μέση.

Η λοίμωξη του ουροποιητικού στον πληθυσμό της κοινότητας προκαλείται μέσω της ανιούσας οδού από τη χλωρίδα του πρωκτού, που αποικίζει την περιουρηθρική περιοχή , την ουρήθρα και στη συνέχεια την ουροδόχο κύστη. Παράγοντες που ευνοούν την εγκατάσταση των παθογόνων είναι η βραχεία ουρήθρα, η διαταραχή της φυσιολογικής χλωρίδας και η απουσία γαλακτοβακίλλων στον κόλπο.